Η εργαστηριακή ποιότητα είναι βασική απαίτηση για τη σωστή ιατρική ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων. Η εγκυρότητα των εργαστηριακών αναλύσεων διασφαλίζεται με την ταυτοποίηση και ποσοτικοποίηση των πηγών αβεβαιότητας, που επηρεάζουν τις κλινικές δοκιμές. Στην κλινική χημεία κατά τη διαδικασία ταυτοποίησης των πηγών αβεβαιότητας μιας συγκεκριμένης παραμέτρου αναζητούνται παράγοντες που επηρεάζουν σε προαναλυτικό, αναλυτικό και μετααναλυτικό στάδιο.

Σύμφωνα με μια μελέτη του Godolphin, σε 57,3 % υπολογίζεται περίπου η χρονική συμμετοχή του προαναλυτικού σταδίου στο διάστημα που μεσολαβεί από τη στιγμή που ο ιατρός γράψει τις εξετάσεις μέχρι τη στιγμή που θα λάβει τις απαντήσεις, ενώ του αναλυτικού 25,1% και του μετααναλυτικού 17,6%. Οι αριθμοί  αυτοί αντικατοπτρίζουν τη σπουδαιότητα του προαναλυτικού σταδίου. Βέβαια, η αλματώδης ανάπτυξη της βιοϊατρικής τεχνολογίας και η εισαγωγή των αυτοματοποιημένων αναλυτών στα εργαστήρια, βοήθησαν στη διασφάλιση της αναλυτικής ακρίβειας και αξιοπιστίας. Επισημαίνεται ότι τα αποτελέσματα των εργαστηριακών αναλύσεων και η ωφέλεια που παρέχουν στον κλινικό ιατρό εξαρτώνται άμεσα από την ποιότητα και την ποσότητα των δειγμάτων που φτάνουν στο εργαστήριο. Καμία δε φροντίδα ή τεχνική επιδεξιότητα από μέρους του προσωπικού του εργαστηρίου δεν μπορεί να αποτρέψει ένα λανθασμένο τελικό αποτέλεσμα, εάν το λάθος έχει συμβεί κατά τη διάρκεια της συλλογής, μεταφοράς ή διατήρησης του δείγματος. Έτσι, σε μελέτες που έχουν γίνει έχει βρεθεί ότι πάνω από το 50% των σφαλμάτων που λαμβάνουν χώρα στα Κλινικά Εργαστήρια οφείλονται σε σφάλματα που έχουν γίνει κατά την προαναλυτική φάση.

Σκοπός του προ-αναλυτικού σταδίου είναι η διατήρηση της χημικής ακεραιότητας (ποιοτικής και ποσοτικής) των ενώσεων (και στοιχείων) που υπάρχουν σε ένα βιολογικό δείγμα από την λήψη του, έως την ανάλυσή του στο Εργαστήριο. Συγκεκριμένα, η προαναλυτική φάση μπορεί να χωριστεί σε:

  • Προαναλυτική φάση εκτός εργαστηρίου
  • Προαναλυτική φάση εντός εργαστηρίου

Για τη σωστή διαχείριση του δείγματος κατά την προαναλυτική φάση το Κλινικό Εργαστήριο είναι υποχρεωμένο να εκδώσει οδηγίες που να αφορούν σε ορθή και αναπαραγώγιμη εκτέλεση των παρακάτω:

 Α. ΠΡΟΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΦΑΣΗ (εκτός Εργαστηρίου)

  • Προετοιμασία (νηστεία) του ασθενούς
  • Καταγραφή πλήρους ιατρικού ιστορικού (π.χ. λήψη φαρμάκων)
  • Δειγματοληψία και σήμανση των δειγμάτων
  • Συντήρηση των δειγμάτων μέχρι τη μεταφορά τους στο Εργαστήριο
  • Μεταφορά των δειγμάτων στο Εργαστήριο

 Β. ΠΡΟΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΦΑΣΗ (εντός Εργαστηρίου)

  • Παραλαβή των δειγμάτων
  • Επεξεργασία των δειγμάτων πριν την αναλυτική φάση, δηλαδή:
    • Συνθήκες φυγοκέντρησης
    • Επιλογή δοχείων συλλογής δειγμάτων
    • Συνθήκες συντήρησης των δειγμάτων μέχρι να αναλυθούν από το κατάλληλο Εργαστήριο

 Για την υλοποίηση όλων των παραπάνω κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η διαρκής εκπαίδευση του Προσωπικού και η παρακολούθηση/αξιολόγηση της επάρκειας αυτής της εκπαίδευσης.

Είναι φανερό ότι οι προαναλυτικοί παράγοντες επενεργούν τη στιγμή της αιμοληψίας και αναφέρονται στις βιολογικές διαφορές που υπάρχουν στα άτομα, στις διαφορές της ατομικής συμπεριφοράς τους, στη λήψη διαφόρων ουσιών και φαρμάκων, καθώς και στις συνθήκες συλλογής του δείγματος. Για την εξασφάλιση του «κατάλληλου δείγματος» απαιτείται στενή συνεργασία με τον κλινικό ιατρό για τον καθορισμό των κριτηρίων παραγγελίας των εξετάσεων, των κανόνων συλλογής και μεταφοράς και τέλος των κριτηρίων αξιολόγησης του αποτελέσματος με τη συνεκτίμηση των προαναλυτικών παραγόντων που σχετίζονται με τον ασθενή και τη σωστή προετοιμασία του. Τέτοιοι προαναλυτκοί παράγοντες είναι: η ηλικία, το φύλο, οι βιολογικοί ρυθμοί, η κύηση, η διαιτητική κατάσταση, η θέση του σώματος κατά την αιμοληψία, η φυσική άσκηση και το stress, οι συνθήκες περιβάλλοντος, η λήψη φαρμάκων κ.λπ.

Οι προαναλυτικοί βιολογικοί παράγοντες, που επηρεάζουν τα εργαστηριακά αποτελέσματα, ανάλογα με τη δυνατότητα πρόληψής τους, διακρίνονται σε: α) ελεγχόμενους, οι οποίοι μπορούν να αναιρεθούν πριν από τη λήψη του δείγματος και β) μη ελεγχόμενους, που δεν αναιρούνται, αλλά λαμβάνονται υπόψη στην αξιολόγηση των αποτελεσμάτων.

Επιπλέον, στην τελική αξιολόγηση του αποτελέσματος θα πρέπει να συνεκτιμώνται οι παράγοντες εκείνοι που επισυμβαίνουν κατά τη στιγμή της δειγματοληψίας και οι οποίοι μεταβάλλουν τη σύσταση των βιολογικών δειγμάτων, όπως π.χ. η παρατεταμένη περίδεση κατά τη φλεβοκέντηση, το ψυχρό δέρμα, η σύνθλιψη ιστών κατά το νυγμό, η λήψη αίματος από κεντρικό καθετηριασμό, η αιμόλυση του δείγματος, το stress, ιδίως στα παιδιά κ.λπ.

 

ΠΡΟΑΝΑΛΥΤΙΚΟΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

 

ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

 

ΜΗ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΕΣ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ

  • Στάση σώματος
  • Καθήλωση στο κρεβάτι
  • Σωματική άσκηση
  • Συστηματική άσκηση
  • Λήψη τροφής
  • Βιολογικός ρυθμός
  • Λήψη αφεψημάτων (καφές)
  • Κάπνισμα
  • Αλκοολούχα ποτά
  • Φάρμακα
  • Πυρετός
  • Shock
  • Έγκαυμα
  • Μετάγγιση
  • Χειρουργική επέμβαση
  • Μάλαξη προστάτη
  • Έγχυση Γλυκόζης

 

  • Γενετική ιδιοσύσταση (ατομική-οικογενειακή)
  • Φύλο
  • Ηλικία
  • Εποχιακές μεταβολές
  • Σωματική διάπλαση
  • Διαιτητικές συνήθειες
  • Κύηση
  • Έμμηνος ρύση

ΕΙΡΗΝΗ Δ. ΛΕΪΜΟΝΗ

        Δρ. Βιολογίας

Leave a Reply

Your email address will not be published.